.
.
Τραγούδια των Ελλήνων του Πόντου

Τα τερτόπα μ’

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τα τερτόπα μ’
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Απάν’ σα παρχαροτόπι͜α
θα χτίζω έναν φωλέαν
Ν’ απιδι͜αβαίνω τη σεβντά σ’
και τ’ εσόν τη θωρέαν

Οψέ είδα σε σ’ όρωμα μ’
άσπρον περιστερόπον
Από σιμά/σουμά μ’ επέταξες
κι επήες σ’ άλλον τόπον

Ν’ αηλί εμέν, τα τερτόπα μ’
σα λιθαρόπα λέω
Ατά ’κι καλατσ̌εύ’νε με,
κάθουμαι κα’ και κλαίω

Ας σα ποταμολάλλατσ̌α
ποίστεν το μαξιλάρι μ’
Να κάθουμαι και λέγω σας
ντ’ εδέβαν σο κιφάλι μ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
απάν’πάνω
απιδι͜αβαίνωφεύγω, αφήνω πίσω, προσπερνώ, ξεπερνώ από + διαβαίνω
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ατάαυτά
εδέβαν(για τόπο) πέρασαν, διέσχισαν, (για χρόνο) πέρασαν διαβαίνω
επέταξεςπέταξες
επήεςπήγες
εσόνδικός/ή/ό σου
θωρέανθωριά, όψη
κα’κάτω
καλατσ̌εύ’νεομιλούν, συνομιλούν, συζητούν keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κιφάλικεφάλι
λιθαρόπαπετρούλες, μικροί βράχοι
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
όρωμαόνειρο
οψέχθες
παρχαροτόπι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
περιστερόπονπεριστεράκι
ποίστεν(προστ.) κάντε, φτιάξτε ποιέω-ῶ
ποταμολάλλατσ̌αποταμόπετρες λάλλη=βότσαλο
σεβντάαγάπη, έρωτας sevda/sevdā
σουμάκοντά
τερτόπα(υποκορ.) καημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
φωλέανφωλιά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
απάν’πάνω
απιδι͜αβαίνωφεύγω, αφήνω πίσω, προσπερνώ, ξεπερνώ από + διαβαίνω
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ατάαυτά
εδέβαν(για τόπο) πέρασαν, διέσχισαν, (για χρόνο) πέρασαν διαβαίνω
επέταξεςπέταξες
επήεςπήγες
εσόνδικός/ή/ό σου
θωρέανθωριά, όψη
κα’κάτω
καλατσ̌εύ’νεομιλούν, συνομιλούν, συζητούν keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κιφάλικεφάλι
λιθαρόπαπετρούλες, μικροί βράχοι
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
όρωμαόνειρο
οψέχθες
παρχαροτόπι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
περιστερόπονπεριστεράκι
ποίστεν(προστ.) κάντε, φτιάξτε ποιέω-ῶ
ποταμολάλλατσ̌αποταμόπετρες λάλλη=βότσαλο
σεβντάαγάπη, έρωτας sevda/sevdā
σουμάκοντά
τερτόπα(υποκορ.) καημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
φωλέανφωλιά
Τα τερτόπα μ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost