.
.
Τη ψ̌ης αροθυμίας

Ας ιεύομε παιδία

Ας ιεύομε παιδία
fullscreen
Ας ιεύομε παιδία
κι ας πίνομε τα ρακία
Τραγωδούμε και γλεντούμε
και εντάμαν ας μεθούμε

Σύρον, ψ̌η μ’, τα τοξαρέας
κι ας ευτάμε εμείς παρέας
Παρακάθι͜α έμορφα,
τραγωδίας ορθά κοφτά

Τοι μειζετέρτς ας θυμούμες
και τ’ ατέτι͜α ας κρατούμε
Ας κουρεύομ’ τον χορόν
σου Κοντού απέσ’ τ’ αλών’

Η κεμεντζ̌έ ους το πουρνόν
ούλτς εμουν θα παλαλών’
Ας σο ρακίν απομεθούμε,
τα παιδία ψαλαφούμε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αλών’αλώνι
απέσ’μέσα
απομεθούμεξεμεθάμε
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατέτι͜αέθιμα, (ουσ.) τυπικά adet/ʿaded
έμορφαόμορφα
εμουνμας
εντάμανμαζί
ευτάμεκάνουμε, φτιάχνουμε εὐθειάζω
θυμούμεςθυμόμαστε
ιεύομεταιριάζουμε uymak
κεμεντζ̌έλύρα kemençe/kemānçe
Κοντούμία από τις 4 ενορίες του χωριού Καπίκιοϊ της περιοχής Ματσούκας του Πόντου
κουρεύομ’στήνουμε, τακτοποιούμε, οργανώνουμε kurmak
μειζετέρτςηλικιωμένους, πρεσβύτερους
ούλτςόλους
ουςως, μέχρι
παιδίαπαιδιά
παλαλών’τρελαίνει
παρακάθι͜ασυναθροίσεις, ολονυχτίες
παρέας(γεν. ενικ.) παρέας, (ον./αιτ. πληθ.) παρέες
πίνομεπίνουμε
πουρνόνπρωί, πρωινό, επαύριον
ρακία(πληθ.) αλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī
ρακίναλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī
σύρον(προστ.) σύρε, τράβα, ρίξε
τοιτους/τις
τοξαρέαςδοξαριές
τραγωδίαςτραγούδια
τραγωδούμετραγουδάμε
ψαλαφούμεζητάμε, αιτούμαστε
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αλών’αλώνι
απέσ’μέσα
απομεθούμεξεμεθάμε
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατέτι͜αέθιμα, (ουσ.) τυπικά adet/ʿaded
έμορφαόμορφα
εμουνμας
εντάμανμαζί
ευτάμεκάνουμε, φτιάχνουμε εὐθειάζω
θυμούμεςθυμόμαστε
ιεύομεταιριάζουμε uymak
κεμεντζ̌έλύρα kemençe/kemānçe
Κοντούμία από τις 4 ενορίες του χωριού Καπίκιοϊ της περιοχής Ματσούκας του Πόντου
κουρεύομ’στήνουμε, τακτοποιούμε, οργανώνουμε kurmak
μειζετέρτςηλικιωμένους, πρεσβύτερους
ούλτςόλους
ουςως, μέχρι
παιδίαπαιδιά
παλαλών’τρελαίνει
παρακάθι͜ασυναθροίσεις, ολονυχτίες
παρέας(γεν. ενικ.) παρέας, (ον./αιτ. πληθ.) παρέες
πίνομεπίνουμε
πουρνόνπρωί, πρωινό, επαύριον
ρακία(πληθ.) αλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī
ρακίναλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī
σύρον(προστ.) σύρε, τράβα, ρίξε
τοιτους/τις
τοξαρέαςδοξαριές
τραγωδίαςτραγούδια
τραγωδούμετραγουδάμε
ψαλαφούμεζητάμε, αιτούμαστε
ψ̌ηψυχή
Ας ιεύομε παιδία

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost