.
.
Πόνι͜α και σεβτάδες

Τη ζήση μ’, ψ̌η μ’, ετέλεσες

Τη ζήση μ’, ψ̌η μ’, ετέλεσες
fullscreen
Σην καρδι͜ά μ’ ’ντώκες το μαχ̌αίρ’
και τσιμπονίζ’ το γαίμα μ’
Έλα, τέρεν πώς ’κχ̌ύεται,
πουλόπο μ’, ας ση φλέβα μ’

Ποίσον την βούραν μαστραπάν
και πία ας σο γαίμα μ’
Πουλί μ’, να ινανεύ’ς ατο,
μ’ εθαρρείς λέγω ψέμαν

Φουρκίουμαι σα γαίματα
άμον ποτάμ’ ντο τρέχ’νε
Τ’ ολόερα μ’ εγόμωσαν,
τελεμονήν πα ’κ’ έχ’νε

Γιαβρί μ’, τέρεν ντ’ εποίκες με
με το τρανόν τ’ ινιάτι σ’
Την ζήση μ’, ψ̌η μ’, ετέλεσες
αρ’ με το ταπιάτι σ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
βούρανχούφτα vola=η παλάμη του χεριού ή το πέλμα του ποδιού
γαίμααίμα
γαίματααίματα
γιαβρίμωρό, μικρό, παιδί yavru
εγόμωσανγέμισαν
εθαρρείςθαρρείς, νομίζεις, υποθέτεις
εποίκεςέκανες, έφτιαξες ποιέω-ῶ
ετέλεσεςτελείωσες κτ
έχ’νεέχουνε
ζήσηη ζωή, ο τρόπος ζωής, ο βίος του ανθρώπου
ινανεύ’ςπιστεύεις, εμπιστεύεσαι inanmak
ινιάτιγινάτι, πείσμα inat/ʿinād
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κχ̌ύεταιεκχύνεται, χύνεται, εκρέει εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
μαστραπάνμικρή μεταλλική, πήλινη ή και γυάλινη κανάτα maşrapa/maşraba
μαχ̌αίρ’μαχαίρι
’ντώκες(εντώκες) χτύπησες, έκανες να
ολόεραολόγυρα
παπάλι, επίσης, ακόμα
πία(προστ.) πιες
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
ποτάμ’ποτάμι
πουλόποπουλάκι
ταπιάτισυνήθεια, χαρακτηριστικό, ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου tabiat/ṭabīʿat
τελεμονήντελειωμό
τέρεν(προστ.) κοίταξε
τρέχ’νετρέχουν
τσιμπονίζ’αναβλύζει με ορμή
φουρκίουμαιπνίγομαι
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
βούρανχούφτα vola=η παλάμη του χεριού ή το πέλμα του ποδιού
γαίμααίμα
γαίματααίματα
γιαβρίμωρό, μικρό, παιδί yavru
εγόμωσανγέμισαν
εθαρρείςθαρρείς, νομίζεις, υποθέτεις
εποίκεςέκανες, έφτιαξες ποιέω-ῶ
ετέλεσεςτελείωσες κτ
έχ’νεέχουνε
ζήσηη ζωή, ο τρόπος ζωής, ο βίος του ανθρώπου
ινανεύ’ςπιστεύεις, εμπιστεύεσαι inanmak
ινιάτιγινάτι, πείσμα inat/ʿinād
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κχ̌ύεταιεκχύνεται, χύνεται, εκρέει εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
μαστραπάνμικρή μεταλλική, πήλινη ή και γυάλινη κανάτα maşrapa/maşraba
μαχ̌αίρ’μαχαίρι
’ντώκες(εντώκες) χτύπησες, έκανες να
ολόεραολόγυρα
παπάλι, επίσης, ακόμα
πία(προστ.) πιες
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
ποτάμ’ποτάμι
πουλόποπουλάκι
ταπιάτισυνήθεια, χαρακτηριστικό, ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου tabiat/ṭabīʿat
τελεμονήντελειωμό
τέρεν(προστ.) κοίταξε
τρέχ’νετρέχουν
τσιμπονίζ’αναβλύζει με ορμή
φουρκίουμαιπνίγομαι
ψ̌ηψυχή
Τη ζήση μ’, ψ̌η μ’, ετέλεσες

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost