.
.
Χαΐνη μάνα

Τρυγόνα

Τρυγόνα
fullscreen
Ακεί πέρα σ’ ορμανόπον
[η τρυγόνα, η κορώνα]
έστεκεν κι εποίν’νεν ξύλα
[η τρυγόνα, η κορώνα]

Τα ξύλα τ’ς έτον οξέας,
[η τρυγόνα, η κορώνα]
άντρας ατ’ς έτον μυξέας
[η τρυγόνα, η κορώνα]

Τα ξύλα τ’ς έτανε είκοσ’,
[η τρυγόνα, η κορώνα]
άντρας ατ’ς έτον μικρίκος
[η τρυγόνα, η κορώνα]

Η τρυγόνα με τ’ ορτάρι͜α,
[η τρυγόνα, η κορώνα]
πάει σ’ ορμάν’ ευτάει χορτάρι͜α
[η τρυγόνα, η κορώνα]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ακείεκεί
ατ’ςαυτής, της
εποίν’νενέκανε, έφτιαχνε ποιέω-ῶ
έτανεήταν
έτονήταν
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
κορώνα(ή κορόνα) κουρούνα, μτφ. προσφώνηση γυναίκας (για γυναίκα που χήρεψε), μτφ. καημένη κορώνη
μικρίκοςμικρούλης, νεαρός, μικρόσωμος
μυξέαςμυξιάρης
οξέαςοξιές
ορμάν’δάσος orman
ορμανόπονδασάκι orman
ορτάρι͜αμάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ακείεκεί
ατ’ςαυτής, της
εποίν’νενέκανε, έφτιαχνε ποιέω-ῶ
έτανεήταν
έτονήταν
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
κορώνα(ή κορόνα) κουρούνα, μτφ. προσφώνηση γυναίκας (για γυναίκα που χήρεψε), μτφ. καημένη κορώνη
μικρίκοςμικρούλης, νεαρός, μικρόσωμος
μυξέαςμυξιάρης
οξέαςοξιές
ορμάν’δάσος orman
ορμανόπονδασάκι orman
ορτάρι͜αμάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
Τρυγόνα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost