.
.
Χαΐνη μάνα

Έσυρα το λεβόρι μ’

Έσυρα το λεβόρι μ’
fullscreen
Έσυρα το λεβόρι μ’,
’κολύμπεσα σο αίμαν
Κουρπάν’ ’ίνουμαι, κουρπάν’,
ση σπαρελί’ σ’ το δέμαν
[Όι, όι! το δέμαν]

Το μαχ̌αίρι μ’ σίδερον,
’κ’ είδα σε κι οσήμερον
Δος μα ένα χουλιάρ’ νερόν
ας κείμαι ους να μερών’
[Όι, όι! ους να μερών’]

Ο ουρανόν βρέχ̌’ και βροντά,
τα δεντρόπα υπομέν’νε
Τ’ εμόν το μικρόν τ’ αρνίν
’κ’ έρ’ται να γουρταρεύ’ με
[Όι, όι! γουρταρεύ’ με]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
βρέχ̌’βρέχει
γουρταρεύ’γλυτώνω/ει κτ/κπ από, διασώζω/ει kurtarmak
δεντρόπαδεντράκια
δοςδώσε
δος μαδώσε μου
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έρ’ταιέρχεται
έσυραέσυρα, τράβηξα, έριξα
’ίνουμαιγίνομαι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κείμαικείτομαι, ξαπλώνω
’κολύμπεσα(εκολύμπεσα) κολύμπησα
κουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
λεβόριπερίστροφο revolver
μερών’μερώνει, ξημερώνει
οσήμερονσήμερα
ουςως, μέχρι
σπαρελί’σπαρελιού (μέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους) spalliera
υπομέν’νευπομένουν
χουλιάρ’κουτάλι κοχλιάριον
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
βρέχ̌’βρέχει
γουρταρεύ’γλυτώνω/ει κτ/κπ από, διασώζω/ει kurtarmak
δεντρόπαδεντράκια
δοςδώσε
δος μαδώσε μου
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έρ’ταιέρχεται
έσυραέσυρα, τράβηξα, έριξα
’ίνουμαιγίνομαι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κείμαικείτομαι, ξαπλώνω
’κολύμπεσα(εκολύμπεσα) κολύμπησα
κουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
λεβόριπερίστροφο revolver
μερών’μερώνει, ξημερώνει
οσήμερονσήμερα
ουςως, μέχρι
σπαρελί’σπαρελιού (μέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους) spalliera
υπομέν’νευπομένουν
χουλιάρ’κουτάλι κοχλιάριον
Έσυρα το λεβόρι μ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost