.
.
Αγγείου Μνήμες

Τη καρδίας ι-μ’ το γερίν

Τη καρδίας ι-μ’ το γερίν
fullscreen
Έλα έμπα σ’ εγκαλιόπο μου,
τρυγόνα μ’, ξάι μ’ αγρείσαι!
Θ’ ευτάγ’ ατο παράδεισον
τον τόπον για να κείσαι

Τη καρδίας ι-μ’ το γερίν
ακράνοιχτον επέμ’νεν,
Τα δύο χέρι͜α μ’ τ’ άκλερα
την ὲλα σ’ αναμέν’νε

Το καπαέτι μ’ ποίον έν’
και ση ζωή σ’ ’κι βάλλτς με;
Με το ινιάτι σ’ τ’ άπιστον
πολεμάς ν’ ανασπάλλτς με

Ας σην εγάπη σ’ τ’ άπιστον
μανάχον τέρτι͜α εχτέθα
Τα πόνια τριυλίζ’νε με
αρ’ έρθα κι ετελέθα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγρείσαιαγριεύεσαι, καταβάλλεσαι από ανεξήγητο φόβο
άκλεραάκληρα, φτωχά, δυστυχή, ταλαίπωρα
ακράνοιχτονμισάνοιχτο/η
αναμέν’νεπεριμένουν, αναμένουν
ανασπάλλτςξεχνάς
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
βάλλτςβάζεις
γερίναυλόπορτα
εγάπηαγάπη
εγκαλιόποαγκαλίτσα
ὲλαερχομός, άφιξη
έμπα(προστ.) μπες
έν’είναι
επέμ’νεναπόμεινε
έρθαήρθα
ετελέθα(αμτβ.) τελείωσα, εξαντλήθηκα, μτφ. πέθανα
ευτάγ’κάνω/ει, φτιάχνω/ει εὐθειάζω
εχτέθααπόκτησα
ινιάτιγινάτι, πείσμα inat/ʿinād
καπαέτιφταίξιμο, σφάλμα, έγκλημα kabahat/ḳabāḥat
καρδίας(τη, γεν.) καρδιάς, (τα, ονομ. πληθ.) καρδιές
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
’κιδεν οὐκί<οὐχί
μανάχον(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
ξάικαθόλου
πόνια(ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
τριυλίζ’νετριγυρίζουν
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγρείσαιαγριεύεσαι, καταβάλλεσαι από ανεξήγητο φόβο
άκλεραάκληρα, φτωχά, δυστυχή, ταλαίπωρα
ακράνοιχτονμισάνοιχτο/η
αναμέν’νεπεριμένουν, αναμένουν
ανασπάλλτςξεχνάς
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
βάλλτςβάζεις
γερίναυλόπορτα
εγάπηαγάπη
εγκαλιόποαγκαλίτσα
ὲλαερχομός, άφιξη
έμπα(προστ.) μπες
έν’είναι
επέμ’νεναπόμεινε
έρθαήρθα
ετελέθα(αμτβ.) τελείωσα, εξαντλήθηκα, μτφ. πέθανα
ευτάγ’κάνω/ει, φτιάχνω/ει εὐθειάζω
εχτέθααπόκτησα
ινιάτιγινάτι, πείσμα inat/ʿinād
καπαέτιφταίξιμο, σφάλμα, έγκλημα kabahat/ḳabāḥat
καρδίας(τη, γεν.) καρδιάς, (τα, ονομ. πληθ.) καρδιές
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
’κιδεν οὐκί<οὐχί
μανάχον(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
ξάικαθόλου
πόνια(ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
τριυλίζ’νετριγυρίζουν
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
Τη καρδίας ι-μ’ το γερίν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost