.
.
Ο Πόντος ζει και επιβιώνει

Ο σεβνταλής

Ο σεβνταλής
fullscreen
Ο σεβνταλής ο άνθρωπον
ας λέγω σας ντ’ ευτάει
Πάντα σ̌ασ̌ιρεμένος έν’,
’κι ’ξέρ’ πού κέσ’ θα πάει

Ανάθεμα σε, νε σεβντά,
ντίλεον χρώμαν είσαι;
Αρ’ ας σ’ εμόν το καρδόπον
ερίζωσες και κείσαι

Για τ’ εσέν τρέχ’νε τα δάκρυ͜α μ’
και άλλο ’κι τελείνταν
Αρ’ εγώ τοπλαεύ’ ατα,
έναν λιμνίν γομούνταν

Εμέν η σφαίρα ’κι σκοτών’,
μαχ̌αίρ’ γεράν ’κι ανοί͜ει με
Εμέν σκοτών’ το τρυγόνι μ’
ντο πάω και ’κι ανοί͜ει με

Τ’ αρνόπο μ’ όντες κρούει σο νου μ’
και αρχινώ και κλαίω
Όθεν στάζ’νε τα δα̤κρόπα μ’
τα χορταρόπα καίγω

Εμέν η σφαίρα ’κι σκοτών’,
μαχ̌αίρ’ γεράν ’κι ανοί͜ει με
Εμέν σκοτών’ το τρυγόνι μ’
ντο πάω και ’κι ανοί͜ει με
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ανοί͜ειανοίγει
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ατααυτά
γεράνπληγή, τραύμα yara
γομούντανγεμίζουν, βουρκώνουν, κομπιάζουν
δα̤κρόπα(υποκορ.) δάκρυα
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
καρδόπονκαρδούλα
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρούειχτυπάει κρούω
λιμνίνλίμνη
μαχ̌αίρ’μαχαίρι
ντίλεοντί λογής;
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
όντεςόταν
σ̌ασ̌ιρεμένοςσαστισμένος, που τα έχει χαμένα şaşırmak
σεβντάαγάπη, έρωτας sevda/sevdā
σεβνταλήςερωτοχτυπημένος, ερωτευμένος sevdalı
στάζ’νεστάζουνε
τελείνταν(αμτβ.) τελειώνουν, εξαντλούνται, μτφ. πεθαίνουν
τοπλαεύ’μαζεύω/ει, συγκεντρώνω/ει toplamak
τρέχ’νετρέχουν
τρυγόνιτο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
χορταρόπαχορταράκια
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ανοί͜ειανοίγει
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ατααυτά
γεράνπληγή, τραύμα yara
γομούντανγεμίζουν, βουρκώνουν, κομπιάζουν
δα̤κρόπα(υποκορ.) δάκρυα
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
καρδόπονκαρδούλα
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρούειχτυπάει κρούω
λιμνίνλίμνη
μαχ̌αίρ’μαχαίρι
ντίλεοντί λογής;
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
όντεςόταν
σ̌ασ̌ιρεμένοςσαστισμένος, που τα έχει χαμένα şaşırmak
σεβντάαγάπη, έρωτας sevda/sevdā
σεβνταλήςερωτοχτυπημένος, ερωτευμένος sevdalı
στάζ’νεστάζουνε
τελείνταν(αμτβ.) τελειώνουν, εξαντλούνται, μτφ. πεθαίνουν
τοπλαεύ’μαζεύω/ει, συγκεντρώνω/ει toplamak
τρέχ’νετρέχουν
τρυγόνιτο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
χορταρόπαχορταράκια
Ο σεβνταλής

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost