.
.
Ο Πόντος ζει και επιβιώνει

Πολλά ψηλά επέτανα

Πολλά ψηλά επέτανα
fullscreen
Πολλά ψηλά επέτανα
και χαμελά ερρούξα
Όντες εγροίκ’σα ντ’ έπαθα
«αχ! μανίτσα μ’» εκούιξα

Όθεν έσανε βάσανα
κι έναν τρανόν κακόν -ι
Σ̌ελέκ’ ατά εφόρτωσεν
εμέναν ο Θεόν -ι

Θεέ μ’, το κρίμαν ντ’ εποίκα
και -ν- αέτσ’ βασανί͜εις με;
Άφ’ς με κι εμέν να χ̌αίρουμαι,
πάντα γιατί κλαινί͜εις με;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αέτσ’έτσι
ατάαυτά
άφ’ς(προστ.) άφησε
βασανί͜ειςβασανίζεις
εγροίκ’σακατάλαβα
εκούιξαφώναξα, λάλησα, κάλεσα κπ ονομαστικά
επέταναπετούσα
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
ερρούξαέπεσα
έσανεήταν
κλαινί͜ειςκάνεις κάποιον να κλάψει, στενοχωρείς
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
όντεςόταν
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
σ̌ελέκ’φορτίο ξύλων ή χόρτων που φέρεται στη ράχη ανθρώπου şelek<շալակ (shalag)=πλάτη, ράχη, μτφ. φορτίο
χ̌αίρουμαιχαίρομαι
χαμελάχαμηλά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αέτσ’έτσι
ατάαυτά
άφ’ς(προστ.) άφησε
βασανί͜ειςβασανίζεις
εγροίκ’σακατάλαβα
εκούιξαφώναξα, λάλησα, κάλεσα κπ ονομαστικά
επέταναπετούσα
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
ερρούξαέπεσα
έσανεήταν
κλαινί͜ειςκάνεις κάποιον να κλάψει, στενοχωρείς
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
όντεςόταν
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
σ̌ελέκ’φορτίο ξύλων ή χόρτων που φέρεται στη ράχη ανθρώπου şelek<շալակ (shalag)=πλάτη, ράχη, μτφ. φορτίο
χ̌αίρουμαιχαίρομαι
χαμελάχαμηλά
Πολλά ψηλά επέτανα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost