.
.
Η ιστορία συνεχίζεται

Σαρίκουζ

Σαρίκουζ
fullscreen
Ακεί πέραν σ’ ορμανόπον
θα χτίζω το καλυβόπο μ’
Θα σ̌κεπάζ’ α’ πιτσ̌ιμλία
ξεροχόρταρα, κλαδία

Σο μικρόν το καλυβόπο μ’
θ’ αφήνω παραθυρόπον
’Σέν ελέπω και τ’ αρνόπα σ’
και πώς σερεύ’ς τα τσατσόπα σ’

Για τ’ εμάς τοι δύ’ς θα χτίζ’ α’,
έμπρ’ παχτσ̌έν για να ποτίζ’ α’
Αν θέλτς με κι εσύ, πουλόπο μ’,
έλα ’ινι͜άναι τ’ εσ̌όπο μ’

Θα σερεύ’ς εσύ τσατσία,
θ’ άφ’ς και τσ̌άχ’ να ’φτάς φαΐα
Χαβίτς, συρόν σκορδωμένον
και τη σ̌ουρβάν τανωμένον
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
α’(ατό) αυτό, το
ακείεκεί
αρνόπααρνάκια
άφ’ς(προστ.) άφησε
δύ’ςδύο
ελέπωβλέπω
έμπρ’(έμπρου) εμπρός, μπροστά
εσ̌όπο(υποκορ.) ταίρι, έτερο ήμισυ, σύντροφος eş + -όπον
θέλτςθέλεις
’ινι͜άναιγια να γίνεις
καλυβόποκαλυβάκι
ορμανόπονδασάκι orman
παραθυρόπονπαραθυράκι
παχτσ̌ένκήπος, περιβόλι bahçe/bāġçe
πιτσ̌ιμλίαόμορφα, καλοσχηματισμένα, κομψά biçimli
ποτίζ’ποτίζω/ει, δίνω/ει σε κπ να πιει
πουλόποπουλάκι
σερεύ’ςμαζεύεις, συγκεντρώνεις σωρεύω
σ̌κεπάζ’σκεπάζω/ει
σ̌ουρβάνσούπα από ξεφλουδισμένο και χοντροκομμένο σιτάρι ή κριθάρι çorba/şūrbā
τανωμένοντο αρτυσμένο με τάνιν φαγητό (ιδίως σούπες, τάνιν= το γιαούρτι που απομένει μετά την αφαίρεση του βουτύρου) Թան (tan)=λιώνω, ρέω
τοιτους/τις
τσατσίαξεροκλάδια θάμνων, φρύγανα
τσατσόπαξεροκλάδια θάμνων, φρύγανα
τσ̌άχ’τζάκι ocak
φαΐαφαγητά
’φτάς(ευτάς) κάνεις, φτιάχνεις εὐθειάζω
χαβίτςείδος εδέσματος που γίνεται με καλαμποκάλευρο και ανθόγαλα ή βούτυρο
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
α’(ατό) αυτό, το
ακείεκεί
αρνόπααρνάκια
άφ’ς(προστ.) άφησε
δύ’ςδύο
ελέπωβλέπω
έμπρ’(έμπρου) εμπρός, μπροστά
εσ̌όπο(υποκορ.) ταίρι, έτερο ήμισυ, σύντροφος eş + -όπον
θέλτςθέλεις
’ινι͜άναιγια να γίνεις
καλυβόποκαλυβάκι
ορμανόπονδασάκι orman
παραθυρόπονπαραθυράκι
παχτσ̌ένκήπος, περιβόλι bahçe/bāġçe
πιτσ̌ιμλίαόμορφα, καλοσχηματισμένα, κομψά biçimli
ποτίζ’ποτίζω/ει, δίνω/ει σε κπ να πιει
πουλόποπουλάκι
σερεύ’ςμαζεύεις, συγκεντρώνεις σωρεύω
σ̌κεπάζ’σκεπάζω/ει
σ̌ουρβάνσούπα από ξεφλουδισμένο και χοντροκομμένο σιτάρι ή κριθάρι çorba/şūrbā
τανωμένοντο αρτυσμένο με τάνιν φαγητό (ιδίως σούπες, τάνιν= το γιαούρτι που απομένει μετά την αφαίρεση του βουτύρου) Թան (tan)=λιώνω, ρέω
τοιτους/τις
τσατσίαξεροκλάδια θάμνων, φρύγανα
τσατσόπαξεροκλάδια θάμνων, φρύγανα
τσ̌άχ’τζάκι ocak
φαΐαφαγητά
’φτάς(ευτάς) κάνεις, φτιάχνεις εὐθειάζω
χαβίτςείδος εδέσματος που γίνεται με καλαμποκάλευρο και ανθόγαλα ή βούτυρο
Σαρίκουζ

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost