.
.
Τραγούδια του Πόντου | ΣΟΛ Κέντρο Έρευνας Παραδοσιακής Μουσικής

Εκείν’ το ξεροπέγαδον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Εκείν’ το ξεροπέγαδον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Εκείν’ το ξεροπέγαδον,
Θεέ μ’, να μη τσουρούται [γιαρ]
Όντες διψά τ’ αρνόπο μου
πάει πίν’ κι απολιγούται [γιαρ]

Έκιτι, κόσμε μ’, έκιτι,
πώς είσαι νεφιλέν -ι; [γιαρ]
Χωρί͜εις, χωρί͜εις τα πεκιάρ’κα
και δί’ς ατα πελιάν -ι [γιαρ]

Εγάπ’ σ’ εγέντον τσ̌ουβαλτούζ’
και σίδερον ξαμμένον [γιαρ]
Ν’ αηλί την καρδι͜άν τ’ άχαρον
όθεν έν’ καρφωμένον [γιαρ]

♫

Εγώ τερώ σον πρόσωπο σ’
κι εσύ ξάι ’κι τερείς με
Τον νου μ’ πιρτέν εδώκα σε
κι άμον ντο θέλτς ορί͜εις με

Ιδρώματα ντο έκχ̌’σα εγώ,
κανείς σον κόσμον ’κ’ έκχ̌’σεν
Εγάπ’ σ’ εμέν ’παλάλωσεν
απέσ’ ι-μ’ βρούλαν έψ̌εν

Για έπαρ’ άν’ τον πρόσωπο σ’
και -ν- ας φωτάζ’ ο ήλιον
Να εμπαίν’ σο καρδόπο μου
και καίει με -ν- άμον ξύλον
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
άν’άνω, πάνω, άνωθεν
απέσ’μέσα
απολιγούταιξελιποθυμιάζει, επαναφέρει κπ στις αισθήσεις του
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ατααυτά
βρούλανφλόγα brûler
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
δί’ςδίνεις
εγάπ’αγάπη
εγέντονέγινε
εδώκαέδωσα
εκείν’εκείνοι/α
έκιτιέκφραση αναπόλησης που υποδηλώνει νοσταλγία για κάτι παρελθοντικό hey gidi
έκχ̌’σαεξέχυσα, έχυσα, εξέβαλα εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
έκχ̌’σενεξέχυσε, έχυσε, εξέβαλε εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
εμπαίν’μπαίνει
έν’είναι
έπαρ’(προστ.) πάρε
έψ̌ενάναψε
θέλτςθέλεις
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδόποκαρδούλα
’κιδεν οὐκί<οὐχί
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
νεφιλένμάταιο/α, ανώφελο/α nafile/nāfile
ξάικαθόλου
ξαμμένονπυρωμένο
ξεροπέγαδονβρύση/πηγάδι που έχει στερέψει
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
όντεςόταν
ορί͜ειςορίζεις, ελέγχεις
’παλάλωσεντρέλανε
πεκιάρ’καεργένικα bekâr/bekār
πελιάνβάσανο, σκοτούρα bela
πίν’πίνω/ει
πιρτένμονομιάς birden
τερείςκοιτάς
τερώκοιτώ
τσ̌ουβαλτούζ’σακοράφα çuvaldız
τσουρούταιστεγνώνει, στραγγίζεται σειρώ=εκκενώνω, αδειάζω
φωτάζ’φωτίζει, λάμπει
χωρί͜ειςχωρίζεις, ξεδιαλέγεις
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
άν’άνω, πάνω, άνωθεν
απέσ’μέσα
απολιγούταιξελιποθυμιάζει, επαναφέρει κπ στις αισθήσεις του
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ατααυτά
βρούλανφλόγα brûler
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
δί’ςδίνεις
εγάπ’αγάπη
εγέντονέγινε
εδώκαέδωσα
εκείν’εκείνοι/α
έκιτιέκφραση αναπόλησης που υποδηλώνει νοσταλγία για κάτι παρελθοντικό hey gidi
έκχ̌’σαεξέχυσα, έχυσα, εξέβαλα εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
έκχ̌’σενεξέχυσε, έχυσε, εξέβαλε εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
εμπαίν’μπαίνει
έν’είναι
έπαρ’(προστ.) πάρε
έψ̌ενάναψε
θέλτςθέλεις
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδόποκαρδούλα
’κιδεν οὐκί<οὐχί
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
νεφιλένμάταιο/α, ανώφελο/α nafile/nāfile
ξάικαθόλου
ξαμμένονπυρωμένο
ξεροπέγαδονβρύση/πηγάδι που έχει στερέψει
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
όντεςόταν
ορί͜ειςορίζεις, ελέγχεις
’παλάλωσεντρέλανε
πεκιάρ’καεργένικα bekâr/bekār
πελιάνβάσανο, σκοτούρα bela
πίν’πίνω/ει
πιρτένμονομιάς birden
τερείςκοιτάς
τερώκοιτώ
τσ̌ουβαλτούζ’σακοράφα çuvaldız
τσουρούταιστεγνώνει, στραγγίζεται σειρώ=εκκενώνω, αδειάζω
φωτάζ’φωτίζει, λάμπει
χωρί͜ειςχωρίζεις, ξεδιαλέγεις
Εκείν’ το ξεροπέγαδον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost