.
.
Τη πεθεράς ι-μ’ το κορίτσ’

Κόρη ντο σουμαδεύκεσαι

Κόρη ντο σουμαδεύκεσαι
fullscreen
Αν αποθάν’ τ’ αρνόπο μου,
[έι!] Θεέ μ’, έπαρ’ το ψ̌όπο μ’ [νέι]
Τέρεν μη͜ αφήντς με μαναχόν,
γιάνια ας έχω τ’ αρνόπο μ’ [νέι]

Ο Χάρον τριγυρίσ̌κεται,
εσύ, καλά -ν- ωρία! [νέι]
Την πόρτα σ’, τρυγονίτσα μου,
καράκωσον τογρία [νέι]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αποθάν’πεθαίνει
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
αφήντςαφήνεις
γιάνιαστο πλάι, δίπλα, πλαγιαστά, λοξά yan
έπαρ’(προστ.) πάρε
καράκωσον(προστ.) μαντάλωσε, κλείδωσε
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
τέρεν(προστ.) κοίταξε
τογρίααληθινά, ίσια, ευθεία, σωστά doğru
τριγυρίσ̌κεταιτριγυρίζει
τρυγονίτσα(υποκορ.) το πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ψ̌όποψυχούλα
ωρία(προστ.) πρόσεξε, φύλαξε, φυλάξου, επέβλεψε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αποθάν’πεθαίνει
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
αφήντςαφήνεις
γιάνιαστο πλάι, δίπλα, πλαγιαστά, λοξά yan
έπαρ’(προστ.) πάρε
καράκωσον(προστ.) μαντάλωσε, κλείδωσε
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
τέρεν(προστ.) κοίταξε
τογρίααληθινά, ίσια, ευθεία, σωστά doğru
τριγυρίσ̌κεταιτριγυρίζει
τρυγονίτσα(υποκορ.) το πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ψ̌όποψυχούλα
ωρία(προστ.) πρόσεξε, φύλαξε, φυλάξου, επέβλεψε
Κόρη ντο σουμαδεύκεσαι
Σημειώσεις
Το τραγούδι συνεχίζεται στο επόμενο track

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost