.
.
Χρήστος Παπαδόπουλος

Το όρωμαν

Το όρωμαν
fullscreen
Απόψ’ είδα σε σ’ όρωμα μ’,
εγώ πα εχπαράγα [γιαρ]
Σον ουρανόν επέτανα,
σα λίβα̤ εταράγα [γιαρ]

Απόψ’ είδα σε σ’ όρωμα μ’
κι ας ση χαρά μ’ εγνέφ’σα [γιαρ]
Εράεψα και ’κ’ εύρα σε,
πολλά δα̤κρόπα -ν- έκχ̌’σα [γιαρ]

Απόψ’ και τα μεσάνυχτα¹
ο φέγγον μαρμαρίζει [γιαρ]
Έναν κορτσόπον έμορφον
την καρδά̤ μ’ τυρα̤ννίζει [γιαρ]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
δα̤κρόπα(υποκορ.) δάκρυα
εγνέφ’σαξύπνησα
έκχ̌’σαεξέχυσα, έχυσα, εξέβαλα εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
έμορφονόμορφο
επέταναπετούσα
εράεψαέψαξα, γύρεψα, αναζήτησα aramak
εταράγαταράχθηκα, ανακατεύθηκα, μπλέχθηκα ταράσσω
εύραβρήκα, (ιδιωμ. προστ.) βρες
εχπαράγα(αμτβ) τρόμαξα, ξαφνιάστηκα εκσπαράσσω
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδά̤καρδιά
κορτσόπονκοριτσάκι
λίβα̤σύννεφα λίβος<λείβω
μαρμαρίζειαστράφτει, ακτινοβολάει
όρωμαόνειρο
παπάλι, επίσης, ακόμα
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
τυρα̤ννίζειτυραννάει, ταλαιπωρεί
φέγγονφεγγάρι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
δα̤κρόπα(υποκορ.) δάκρυα
εγνέφ’σαξύπνησα
έκχ̌’σαεξέχυσα, έχυσα, εξέβαλα εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
έμορφονόμορφο
επέταναπετούσα
εράεψαέψαξα, γύρεψα, αναζήτησα aramak
εταράγαταράχθηκα, ανακατεύθηκα, μπλέχθηκα ταράσσω
εύραβρήκα, (ιδιωμ. προστ.) βρες
εχπαράγα(αμτβ) τρόμαξα, ξαφνιάστηκα εκσπαράσσω
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδά̤καρδιά
κορτσόπονκοριτσάκι
λίβα̤σύννεφα λίβος<λείβω
μαρμαρίζειαστράφτει, ακτινοβολάει
όρωμαόνειρο
παπάλι, επίσης, ακόμα
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
τυρα̤ννίζειτυραννάει, ταλαιπωρεί
φέγγονφεγγάρι
Το όρωμαν
Σημειώσεις
¹ Ακούγεται να λέει εκ παραδρομής «μεσανυχτί’»

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost