.
.
Το φίλεμα σ’ μελένιον

Τα καντήλας εβζήγανε

Τα καντήλας εβζήγανε
fullscreen
Αναστορώ τα μέρι͜α μου
και λύεται η καρδία μ’
Ατσ̌ά θα ’ίνεται κουσμέτ’
να ελέπ’ ατα αλλομίαν;

Πατρίδα μ’, ερημώθανε
τα έμορφα τα τόπι͜α σ’
Κανείς ’κ’ επέμ’νεν μετ’ εσέν
εσπαλίαν τα πόρτας

[Και] Τα μαναστήρι͜α σα ψηλά,
ατά πα υποφέρ’νε
Τα καντήλας εβζήγανε
κι ακόμαν αναμέν’νε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αλλομίανάλλη μια φορά
αναμέν’νεπεριμένουν, αναμένουν
αναστορώθυμάμαι, αναπολώ
ατάαυτά
ατααυτά
ατσ̌άάραγε acep/ʿaceb
εβζήγανεέσβησαν
ελέπ’βλέπει/βλέπω
έμορφαόμορφα
επέμ’νεναπόμεινε
ερημώθανεερημώθηκαν
εσπαλίανσφαλίστηκαν, έκλεισαν εντελώς/πολύ καλά
’ίνεταιγίνεται
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καντήλας(τη, γεν. ενικ.) καντήλας, (τα, ονομ. πληθ.) καντήλες
κουσμέτ’τυχερό, μοίρα, ριζικό kısmet/ḳismet
λύεταιλιώνει
μαναστήρι͜αμοναστήρια
μέρι͜αμέρη
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
παπάλι, επίσης, ακόμα
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
τόπι͜ατόποι, μέρη
υποφέρ’νευποφέρουν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αλλομίανάλλη μια φορά
αναμέν’νεπεριμένουν, αναμένουν
αναστορώθυμάμαι, αναπολώ
ατάαυτά
ατααυτά
ατσ̌άάραγε acep/ʿaceb
εβζήγανεέσβησαν
ελέπ’βλέπει/βλέπω
έμορφαόμορφα
επέμ’νεναπόμεινε
ερημώθανεερημώθηκαν
εσπαλίανσφαλίστηκαν, έκλεισαν εντελώς/πολύ καλά
’ίνεταιγίνεται
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καντήλας(τη, γεν. ενικ.) καντήλας, (τα, ονομ. πληθ.) καντήλες
κουσμέτ’τυχερό, μοίρα, ριζικό kısmet/ḳismet
λύεταιλιώνει
μαναστήρι͜αμοναστήρια
μέρι͜αμέρη
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
παπάλι, επίσης, ακόμα
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
τόπι͜ατόποι, μέρη
υποφέρ’νευποφέρουν
Τα καντήλας εβζήγανε

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost