.
.
Κοντά στην παράδοση

Σην Παλάφτσαν ετράνυνες

Σην Παλάφτσαν ετράνυνες
fullscreen
[Και] Γουρπάν’ σ’ ομμάτι͜α σ’ τ’ έμορφα,
τ’ οφρύδι͜α σ’ τα γαϊτάνι͜α
Μίαν κι άλλο ας εφίλ’να τα
κι ύστερα ας επεθάν’να

[Και -ν-] Ομνώ και κατακαίγουμαι
ατού σα δύο ’μάτι͜α σ’
Άμον ντ’ εθέλ’νες είδες με
κι επέρες τα μουράτι͜α σ’

[Και] Πολλά υψηλά μη τερείς,
πολλά ψηλέσσα ’κ’ είσαι!
Σην Παλάφτσαν ετράνυνες,
εξέρω ποίος είσαι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ατούεκεί (σε τόπο ή σημείο που βρίσκεται σε κάποιο απόσταση)
γαϊτάνι͜αέντεχνα πλεγμένα κορδόνια με τρεις μεταξωτές κλωστές (κοτσίδα) ή τέσσερεις (τεχρίλι), ή και μάλλινο ή βαμβακερό, που στόλιζε τα ρούχα στο κάτω μέρος των μανικιών και στον ποδόγυρο μτφ. όμορφα και λεπτά/καλαίσθητα kaytan
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
εθέλ’νεςήθελες
έμορφαόμορφα
επεθάν’ναπέθαινα
επέρεςπήρες
ετράνυνεςμεγάλωσες, ανατράφηκες τρανόω-ῶ
εφίλ’ναφιλούσα
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
μίανμια φορά
μίαν κι άλλοάλλη μια φορά
μουράτι͜αεπιθυμίες, πόθοι murat/murād
ομμάτι͜αμάτια
ομνώορκίζομαι
οφρύδι͜αφρύδια
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
τερείςκοιτάς
ψηλέσσαψηλή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ατούεκεί (σε τόπο ή σημείο που βρίσκεται σε κάποιο απόσταση)
γαϊτάνι͜αέντεχνα πλεγμένα κορδόνια με τρεις μεταξωτές κλωστές (κοτσίδα) ή τέσσερεις (τεχρίλι), ή και μάλλινο ή βαμβακερό, που στόλιζε τα ρούχα στο κάτω μέρος των μανικιών και στον ποδόγυρο μτφ. όμορφα και λεπτά/καλαίσθητα kaytan
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
εθέλ’νεςήθελες
έμορφαόμορφα
επεθάν’ναπέθαινα
επέρεςπήρες
ετράνυνεςμεγάλωσες, ανατράφηκες τρανόω-ῶ
εφίλ’ναφιλούσα
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
μίανμια φορά
μίαν κι άλλοάλλη μια φορά
μουράτι͜αεπιθυμίες, πόθοι murat/murād
ομμάτι͜αμάτια
ομνώορκίζομαι
οφρύδι͜αφρύδια
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
τερείςκοιτάς
ψηλέσσαψηλή
Σην Παλάφτσαν ετράνυνες

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost