.
.
Ας σην Κεπέκ-Κλισά Κερασούντας σα παράλια της Κριμαίας

Δεκαέξ’ χρονών κορτσόπον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Δεκαέξ’ χρονών κορτσόπον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Δεκαέξ’ χρονών κορτσόπον
κι αρ’ ατώρα θα παντρεύω
Με τ’ αβούτα τ’ αμανάτι͜α μ’
ήντιναν θέλω θα παίρω

Τέρεν, μάνα, πώς χορεύω
τα παπούτσ̌ι͜α μ’ «τράκου-τρούκου»
Τα παπούτσ̌ι͜α μ’ «τράκου-τρούκου»
και ατός ’κι θέλ’ να παίρ’ με

Άνοιξον, πάσ̌α Νικόλα,
άνοιξον τα πόρτας όλια
Έγκαμε σε -ν- την Ελπίδαν
τ’ ομμάτι͜α σ’ αέτσ’ ξάι ’κ’ είδαν

Έγκαμε σε -ν- την Ελπίδαν
τ’ ομμάτι͜α σ’ αέτσ’ ξάι ’κ’ είδαν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αβούτααυτά
αέτσ’έτσι
αμανάτι͜απαρακαταθήκη, προικιά emanet/emānet
άνοιξον(προστ.) άνοιξε
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατόςαυτός
ατώρατώρα
δεκαέξ’δεκαέξι
έγκαμεφέραμε
ήντινανόποιον/α/ο
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κορτσόπονκοριτσάκι
ξάικαθόλου
όλιαόλα
ομμάτι͜αμάτια
παίρ’παίρνω/ει
παίρωπαίρνω
παντρεύωπαντρεύομαι, δίνω την/ον κόρη/γιο μου για παντρειά
πάσ̌απασά (βαθμός ή τίτλος τιμητικός ανώτατου πολιτικού ή στρατιωτικού επί Οθωμ. Αυτοκρατορίας), (καθομ.) άρχοντα, τιμητική προσφώνηση μεγαλύτερου αδελφού paşa
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
τέρεν(προστ.) κοίταξε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αβούτααυτά
αέτσ’έτσι
αμανάτι͜απαρακαταθήκη, προικιά emanet/emānet
άνοιξον(προστ.) άνοιξε
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατόςαυτός
ατώρατώρα
δεκαέξ’δεκαέξι
έγκαμεφέραμε
ήντινανόποιον/α/ο
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κορτσόπονκοριτσάκι
ξάικαθόλου
όλιαόλα
ομμάτι͜αμάτια
παίρ’παίρνω/ει
παίρωπαίρνω
παντρεύωπαντρεύομαι, δίνω την/ον κόρη/γιο μου για παντρειά
πάσ̌απασά (βαθμός ή τίτλος τιμητικός ανώτατου πολιτικού ή στρατιωτικού επί Οθωμ. Αυτοκρατορίας), (καθομ.) άρχοντα, τιμητική προσφώνηση μεγαλύτερου αδελφού paşa
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
τέρεν(προστ.) κοίταξε
Δεκαέξ’ χρονών κορτσόπον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost