.
.
Α’έρτς

Α’έρτς

Α’έρτς
fullscreen
Α’έρ’ ι-μ’, να λελεύω σε
με τα χρύσα καντήλι͜α [νέι]
Θα τραγωδούνε για τ’ εσέν
τ’ εμά τα δύο χ̌είλι͜α [νέι]

Α’έρ’ ι-μ’, ποδεδίζω σε
και άσπρε μ’ καβαλάρη μ’ [νέι]
Τρανόν τ’ εσόν το όνομαν,
τρανόν τ’ εσόν η χάρη [νέι]

Τη μάνα μ’ εροθύμεσα,
τα ξένα καταρούμαι [νέι]
Και σον Α’έρ’ και τη χωρί’ μ’
θα πάω λειτουργούμαι [νέι]

Ση Τέπρες¹ και τον Α’έρ’ ι-μ’
θ’ ευτάγω έναν τάμαν [νέι]
Του χρόν’ θ’ αφτύνουμε κερίν,
μάνα, οι δύ’ εντάμαν [νέι]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
Α’έρ’αϊ-Γιώργη
αφτύνουμεανάβουμε
δύ’δύο
εμάδικά μου
εντάμανμαζί
εροθύμεσανοστάλγησα
εσόνδικός/ή/ό σου
ευτάγωκάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
καταρούμαικαταριέμαι
λειτουργούμαιπαρακολουθώ λειτουργία της εκκλησίας
λελεύωχαίρομαι
ποδεδίζω(ενεργ. και μέση) χαίρομαι, απολαμβάνω, προσκυνώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ποδεδίζω σενα σε χαρώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
τραγωδούνετραγουδάνε
χωρί’χωριού
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
Α’έρ’αϊ-Γιώργη
αφτύνουμεανάβουμε
δύ’δύο
εμάδικά μου
εντάμανμαζί
εροθύμεσανοστάλγησα
εσόνδικός/ή/ό σου
ευτάγωκάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
καταρούμαικαταριέμαι
λειτουργούμαιπαρακολουθώ λειτουργία της εκκλησίας
λελεύωχαίρομαι
ποδεδίζω(ενεργ. και μέση) χαίρομαι, απολαμβάνω, προσκυνώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ποδεδίζω σενα σε χαρώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
τραγωδούνετραγουδάνε
χωρί’χωριού
Α’έρτς
Σημειώσεις
¹ (Τέπρε ή Δέβρη) Παλιά ονομασία του χωριού Αναρράχη Πτολεμαΐδος

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost