.
.
Χορτοκόπι | Στα Μονοπάτια της Μνήμης

Τη ορφανίας

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τη ορφανίας
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
[Ωχ!] Ν’ αηλί εκείνο το παιδίν
π’ εγνώρτσεν ορφανίαν [έλα -ν- έλα/γιαρ]
[Ωχ!] Τρανύν’ με τ’ «αχ» και με το «βαχ»
και την τυρα̤ννισίαν [έλα -ν- έλα/γιαρ]

[Εχ!] Εγώ ορφανόν παιδίν είμαι,
επέθανεν ο κύρη μ’ [έλα -ν- έλα/γιαρ]
[Εχ!] Άμον εκείνο το καράβ’
χωρίς καραβοκύρην [έλα -ν- έλα/γιαρ]

[Ωχ!] Θεέ μ’, δος με -ν- υπομονήν
και Παναΐα θάρρος [έλα -ν- έλα/γιαρ]
[Εχ!] Τη ορφανίας τον καημόν
πάντα μ’ έχ’ ατο βάρος [έλα -ν- έλα/γιαρ]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
δοςδώσε
εγνώρτσενγνώρισε
επέθανενπέθανε
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
ΠαναΐαΠαναγιά
τρανύν’μεγαλώνω/ει, αναθρέφω/ει τρανόω-ῶ
τυρα̤ννισίαντυράννια, ταλαιπωρία
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
δοςδώσε
εγνώρτσενγνώρισε
επέθανενπέθανε
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
ΠαναΐαΠαναγιά
τρανύν’μεγαλώνω/ει, αναθρέφω/ει τρανόω-ῶ
τυρα̤ννισίαντυράννια, ταλαιπωρία
Τη ορφανίας

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost