.
.
Ποντιακά παραδοσιακά

Κομμενόχρονον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Κομμενόχρονον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Ήλο̤ς ας σην ανατολήν
[κομμενόχρονον!]
ελέπ’ σε και φοάται
Ο πρόσωπο σ’ λάμπ’ περισσόν
[κομμενόχρονον!]
και τ’ εχτιπάρ’ν ατ’ χάται

Ήλο̤ς ας σην ανατολήν
[κομμενόχρονον!]
είδε σε κι εφογώθεν
Ατός ατόσον ’κ’ έλαμψεν
[κομμενόχρονον!]
την ώρα ντ’ εγεννέθεν

Ήλε ας σην ανατολήν,
[κομμενόχρονον!]
τσ̌ιτσ̌έκ’ ας σα παχτσ̌έδες
Αδά σ’ εμόν το καρδόπον
[κομμενόχρονον!]
πώς έσ̌κισες κι εσέβες;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αδάεδώ
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
ατόςαυτός
ατόσοντόσο
εγεννέθενγεννήθηκε
ελέπ’βλέπει/βλέπω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εσέβεςμπήκες
εφογώθενφοβήθηκε
εχτιπάρ’ναξιοπρέπεια, κύρος, αξιοπιστία itibar/iʿtibār
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδόπονκαρδούλα
κομμενόχρονοναυτό που είθε να του κοπούν τα χρόνια
παχτσ̌έδεςκήποι, περιβόλια bahçe/bāġçe
περισσόνπερίσσευμα, περίσσιο
τσ̌ιτσ̌έκ’λουλούδι çiçek
φοάταιφοβάται
χάταιχάνεται
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αδάεδώ
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
ατόςαυτός
ατόσοντόσο
εγεννέθενγεννήθηκε
ελέπ’βλέπει/βλέπω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εσέβεςμπήκες
εφογώθενφοβήθηκε
εχτιπάρ’ναξιοπρέπεια, κύρος, αξιοπιστία itibar/iʿtibār
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδόπονκαρδούλα
κομμενόχρονοναυτό που είθε να του κοπούν τα χρόνια
παχτσ̌έδεςκήποι, περιβόλια bahçe/bāġçe
περισσόνπερίσσευμα, περίσσιο
τσ̌ιτσ̌έκ’λουλούδι çiçek
φοάταιφοβάται
χάταιχάνεται
Κομμενόχρονον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost