.
.
Γώγος - Κωστάκης | Χθες, σήμερα, πάντα...

Ήλε, που πας να βασιλεύ’ς

Ήλε, που πας να βασιλεύ’ς
fullscreen
Ήλε, που πας να βασιλεύ’ς [αμάν!]
θα δίγω σε έναν γράμμαν
[ντό να ’ίνουμαι; -ν]
Και το πρωί να κλώσ̌κεσαι [αμάν!]
με τ’ αρνόπο μ’ εντάμαν
[ντό να ’ίνουμαι; -ν]

Πουλί μ’, είσαι παντέμορφον/παντέμορφος [αμάν!]
όλ’ για τ’ εσέναν λένε!
[ντό να ’ίνουμαι; -ν]
Τα πλουμιστά τ’ ομματόπα σ’ [αμάν!]
πολλά καρδι͜άς μαραίν’νε
[ντό να ’ίνουμαι; -ν / Θα σκοτώνω σε!]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
βασιλεύ’ςβασιλεύεις, δύεις
δίγωδίνω
εντάμανμαζί
’ίνουμαιγίνομαι
κλώσ̌κεσαιγυρίζεις, επιστρέφεις
μαραίν’νεμαράνουν
όλ’όλοι/α
ομματόπαματάκια
παντέμορφονπανέμορφο/η
παντέμορφοςπανέμορφη
πλουμιστάστολισμένα, διακοσμημένα με ζωγραφιές ή κεντήματα, πολύχρωμα pluma
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
βασιλεύ’ςβασιλεύεις, δύεις
δίγωδίνω
εντάμανμαζί
’ίνουμαιγίνομαι
κλώσ̌κεσαιγυρίζεις, επιστρέφεις
μαραίν’νεμαράνουν
όλ’όλοι/α
ομματόπαματάκια
παντέμορφονπανέμορφο/η
παντέμορφοςπανέμορφη
πλουμιστάστολισμένα, διακοσμημένα με ζωγραφιές ή κεντήματα, πολύχρωμα pluma
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
Ήλε, που πας να βασιλεύ’ς

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost